σύμμορφος Συνώνυμα


Σύμμορφος Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • παρόμοια, κατάλληλο, προσαρμοστεί, τοποθέτηση, συγκλίνων, που μοιάζει με, όπως.
  • υπάκουος, υποτακτική, υπάκουο, σύμμορφα, δεκτική, συμβατό.
σύμμορφος Συνώνυμο συνδέσεις: παρόμοια, κατάλληλο, τοποθέτηση, υπάκουος, υπάκουο, δεκτική, συμβατό,

σύμμορφος Αντώνυμα