συνετό Συνώνυμα


Συνετό Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • απρονοησία, απρόσεκτης, απερίσκεπτη, αδιάκριτα, κοντόφθαλμο, απρεπής, ανεύθυνο, παράτολμο, ανόητο, ηλίθιο, παράλογες, ανόητη, άλαλος, απερίσκεπτή, κουτός, παράλογο.
  • ολιγαρκής, λιτός, οικονομική, φειδωλή, εγκρατής, μέτρια, εύκρατο, με αυταπάρνηση, φειδωλός, προνοίας, φιλάργυρος, τσιγκούνης.
  • προσεκτική, διακριτική, πολιτικό, ενημερωμένος, συνετή, λαμβάνοντας υπόψη, λογική, επιφυλακτικός, πονηρός, σε εγρήγορση, επιφυλακτικοί, τον υπολογισμό, levelheaded, δροσερό.
συνετό Συνώνυμο συνδέσεις: απρονοησία, απρόσεκτης, απερίσκεπτη, αδιάκριτα, απρεπής, ανόητο, ηλίθιο, ανόητη, άλαλος, απερίσκεπτή, κουτός, παράλογο, λιτός, φειδωλή, εγκρατής, μέτρια, με αυταπάρνηση, φειδωλός, προνοίας, φιλάργυρος, τσιγκούνης, διακριτική, πολιτικό, ενημερωμένος, συνετή, λογική, επιφυλακτικός, πονηρός, τον υπολογισμό, levelheaded, δροσερό,

συνετό Αντώνυμα