σπυράκι Συνώνυμα


Σπυράκι Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • σπυρί, βλατίδα, ruck, κηλίδα, έκρηξη, βλάβη, πληγή, bleb, κυψέλη, φουντώνουν, κύστη, θύλακας, verruca, κονδυλωμάτων, βουρδουλιά, ρουμπίνι.
σπυράκι Συνώνυμο συνδέσεις: σπυρί, κηλίδα, έκρηξη, βλάβη, πληγή, κυψέλη, φουντώνουν, κύστη, θύλακας, βουρδουλιά,