σάτυρος Συνώνυμα


Σάτυρος Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • profligate, ακόλαστο, ελευθεριάζοντα, voluptuary, φιλήδονος, γυναικάς, roué, γκανιότα, κατσίκα, debauchee, don juan, γόη.
σάτυρος Συνώνυμο συνδέσεις: profligate, ακόλαστο, voluptuary, γυναικάς, roué, γκανιότα,

σάτυρος Αντώνυμα