ραφή Συνώνυμα


Ραφή Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • διασταύρωση, ενώνει, γραμμή, κορυφογραμμή, τσόντα, πιέτα, αυλάκι, κλείσιμο, κοινή, ράμμα, ουλή, bond, σύνδεση, οξείας γωνίας.
ραφή Συνώνυμο συνδέσεις: γραμμή, κορυφογραμμή, πιέτα, αυλάκι, κλείσιμο, ουλή, σύνδεση,

ραφή Αντώνυμα