προεξοχή Συνώνυμα


Προεξοχή Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • προβάλλοντας, jutting, προεξέχοντα, διόγκωση, διαρρήγνυται, οίδημα.
  • προεξέχοντα, εξαιρετική, εμφανή, αισθητή, σημαντικό, εντυπωσιακή, αξιοσημείωτη, υπέροχη, σήμα.

Προεξοχή Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • πρήξιμο, χτύπημα, εξόγκωμα, κόμβος, όζος, προεξοχή, προβολής, jut, διόγκωση, κοιλιά, κυρτότητα, λόφο, εφάπαξ, ανάπτυξη, κορυφογραμμή, διαδικασία, excrescence, απόφυση.
  • προβολή.
  • προβολής, μαρκιζών, jut, μέτωπο, περβάζι, ράφι, κορυφογραμμή, προεξοχή, επέκταση, γκαλερί, μπαλκόνι.

Προεξοχή Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • impend, αργαλειό, forbode, απειλούν, σκουραίνει, ρίχνει μια σκιά, βύθισαν στο πένθος, αιωρείται, προοιωνίζονται, απειλή, προμηνύει.
  • σχέδιο κατά τη διάρκεια, προεξέχουν πάνω από, παραδίνει, προεξέχουν.
προεξοχή Συνώνυμο συνδέσεις: διόγκωση, οίδημα, εξαιρετική, εμφανή, αισθητή, σημαντικό, εντυπωσιακή, αξιοσημείωτη, υπέροχη, σήμα, χτύπημα, όζος, προεξοχή, προβολής, jut, διόγκωση, κοιλιά, λόφο, ανάπτυξη, κορυφογραμμή, διαδικασία, excrescence, απόφυση, προβολή, προβολής, jut, περβάζι, ράφι, κορυφογραμμή, προεξοχή, επέκταση, γκαλερί, μπαλκόνι, impend, αργαλειό, απειλούν, απειλή, προεξέχουν,

προεξοχή Αντώνυμα