πηγαίνω κάτω Συνώνυμα


Πηγαίνω Κάτω Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • είναι συγκλονισμένοι, αποτύχει, ιδρυτής, να υποκύψει, νεροχύτη, πάει κάτω, να καταρρεύσει, να χάσει, πτώση, συντριβή.
πηγαίνω κάτω Συνώνυμο συνδέσεις: ιδρυτής, νεροχύτη, πτώση, συντριβή,

πηγαίνω κάτω Αντώνυμα