περισκιρτώ Συνώνυμα


Περισκιρτώ Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • act up, παίζω, κάνω φασαρία, άλογο γύρω από, συνεχίσω, κόψουν.
  • αναπηδώ, πόδι, καπάρων, caracole, δεσμεύεται, κλέβω, buck.
περισκιρτώ Συνώνυμο συνδέσεις: act up, παίζω, κάνω φασαρία, αναπηδώ, πόδι, κλέβω, buck,