παράγω Συνώνυμα


Παράγω Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • beget, προκαλούσε, ο πατέρας, μητέρα, δημιουργούν, πολλαπλασιάζονται, αναπαράγουν, φυλή, διαδίδουν, παράγουν, φέρουν, μεγαλειότατε, fecundate, τον εμποτισμό.
παράγω Συνώνυμο συνδέσεις: beget, μητέρα, πολλαπλασιάζονται, αναπαράγουν, φυλή, παράγουν, φέρουν, τον εμποτισμό,