νεόπλουτος Συνώνυμα


Νεόπλουτος Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • parvenu, arriviste, κοινωνική ορειβάτης, χυδαίος, διεκδικητής, νεόπλουτοι.
νεόπλουτος Συνώνυμο συνδέσεις: parvenu, arriviste, χυδαίος,