μαραμένος Συνώνυμα


Μαραμένος Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • ζαρωμένες, στερέψει, μαραμένα, sere, ξεθωριασμένα, αφυδατωμένο, στενότητα, συρρικνωμένο, συρρικνωμένη, δύσβατο, wizen.
μαραμένος Συνώνυμο συνδέσεις: αφυδατωμένο, συρρικνωμένο,

μαραμένος Αντώνυμα