κράνος Συνώνυμα


Κράνος Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • headpiece, σκληρό καπέλο, περικεφαλαία, θόλος, φούσκα, καλύμματα κεφαλής, τιμόνι, basinet.
κράνος Συνώνυμο συνδέσεις: θόλος, φούσκα,