κλαδάκι Συνώνυμα


Κλαδάκι Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • πυροβολήσει, βλαστός, σπρέι, κλαδί, ολίσθησης, παρακλάδι, υποκατάστημα, γόνος, μπουκέτο, στεφάνι, γιρλάντα, κορσάζ.
κλαδάκι Συνώνυμο συνδέσεις: πυροβολήσει, σπρέι, κλαδί, ολίσθησης, γόνος, στεφάνι, γιρλάντα,