κατευνάσει Συνώνυμα


Κατευνάσει Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • εξευμενίσει, ηρεμήσεις, ξεθυμώνω, ηρεμία, απαλύνει, συμβιβάσει, πληρούν, καθησυχάσει, ανακούφιση, κατευνασθούν οι, σβήνω, καταπνίξει.
  • ευκολία, καθησυχάσει, τον περιορισμό, μέτρια, μαλακώσει, ανακούφιση, απαλύνει, απάμβλυνση, ηρεμία, νηνεμία, κατευνάσουν, ξεθυμώνω, κατευνάζω.
κατευνάσει Συνώνυμο συνδέσεις: εξευμενίσει, ηρεμήσεις, ηρεμία, απαλύνει, συμβιβάσει, καθησυχάσει, ανακούφιση, σβήνω, καταπνίξει, ευκολία, καθησυχάσει, μέτρια, μαλακώσει, ανακούφιση, απαλύνει, απάμβλυνση, ηρεμία, νηνεμία,

κατευνάσει Αντώνυμα