κάνω οικονομίες Συνώνυμα


Κάνω Οικονομίες Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • λιτότητα, μικρός, ξύστε, περικοπές, μείωση του κόστους, σφίξτε μία ζώνη, περιορίσει, μείωση, ελαττώσει.
κάνω οικονομίες Συνώνυμο συνδέσεις: μικρός, ξύστε, περιορίσει, μείωση,

κάνω οικονομίες Αντώνυμα