ζηλωτής Συνώνυμα


Ζηλωτής Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • φανατικός, monomaniac, κομματική, ενθουσιώδης, πρωταθλητής, μανιβέλα, dogmatist, δογματική, ιδεολόγος, κυνηγός μαγισσών, υπερενθουσιώδης, φρικιό.
ζηλωτής Συνώνυμο συνδέσεις: φανατικός, ενθουσιώδης, πρωταθλητής, μανιβέλα, δογματική, φρικιό,