ευφάνταστο Συνώνυμα


Ευφάνταστο Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • ιδανικό φανταστικό, απατηλή, φανταστικό, εξωπραγματικό, ιδιότροπη, φανταστική, ρομαντική, παλαβός, ιδιότροπο, ουτοπική, χιμαιρική.
ευφάνταστο Συνώνυμο συνδέσεις: απατηλή, φανταστικό, παλαβός, ιδιότροπο,

ευφάνταστο Αντώνυμα