επιδρομή Συνώνυμα


Επιδρομή Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • επιδρομή, εξερεύνηση, αναγνώρισης, εισβολή, διείσδυση, επιχείρηση, επίθεση, πολιορκία, θύελλα, μαρτίου.

Επιδρομή Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • επιδρομή, κατοπτεύω, εξερευνήστε, εισβάλλουν, κατεβαίνουν σε, γλιστρήσει επάνω σε, επιβιβαστεί, κινούνται σε σχετικά, επιχείρηση, επίθεση.
επιδρομή Συνώνυμο συνδέσεις: επιδρομή, αναγνώρισης, εισβολή, διείσδυση, επιχείρηση, επίθεση, πολιορκία, επιδρομή, κατοπτεύω, εισβάλλουν, επιχείρηση, επίθεση,