επιδεινώσει Συνώνυμα


Επιδεινώσει Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • ενοχλήσει, προκαλούν, ερεθίσει, ενοχλώ, ενοχλεί, διατηρούνται ίδρυμα προκαλέσει διαταραχές, ενοχλούν, γκρινιάζουν, ταλαιπωρούν, εξοργίζουν, τσουκνίδα, θυμό, vex, πειράζω.
  • επιδεινωθεί, αποσύνθεση, εκφυλίζονται, χαλάσει, μειώνεται, διαλυθεί, βλάψουν, υποτιμήσει, βλάβη, επιδεινώσει, οξύνει, μολύνουν, molder.
  • επιδεινώσει, εντείνει, ερεθίσει, εμβάθυνση, μεγεθύνετε, αυξήσει, υπερβάλλουν, πιο άθλια, ξινό.
  • επιδεινώσει, εντείνουν, να υπερβάλλουν, αυξήσει, τονίσω, να αυξάνω, να εμβαθύνει, μεγεθύνετε.
επιδεινώσει Συνώνυμο συνδέσεις: προκαλούν, ερεθίσει, ενοχλώ, διατηρούνται ίδρυμα προκαλέσει διαταραχές, ενοχλούν, γκρινιάζουν, ταλαιπωρούν, τσουκνίδα, πειράζω, επιδεινωθεί, χαλάσει, βλάψουν, υποτιμήσει, βλάβη, επιδεινώσει, μολύνουν, επιδεινώσει, εντείνει, ερεθίσει, μεγεθύνετε, αυξήσει, υπερβάλλουν, επιδεινώσει, αυξήσει, τονίσω, μεγεθύνετε,

επιδεινώσει Αντώνυμα