επίτευξη Συνώνυμα


Επίτευξη Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • vista, έκταση, σκούπισμα, τέντωμα, θέα, όριο, απόσταση.
  • επίτευγμα, απόκτηση, εσόδων, επιτυχία, υλοποίηση, εκπλήρωση, δεξιοτήτων, γνώση, μάθηση, προσόντα, τεχνική.
  • ζωής, τέντωμα, απόσταση, εξάπλωση, βαθμό, πεδίο εφαρμογής, σκούπισμα, γεωγραφικό πλάτος, όριο, εύρος, πυξίδα, αρμοδιότητα, φάσμα, ικανότητα, κυριαρχία, κατανόηση, γνώση.

Επίτευξη Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • αγγίξει, να κατανοήσουν, να κάνει επαφή, ἰδέα, έρχονται να, επιτευχθεί, αποκτήσετε πρόσβαση, να αποκτήσουν.
  • ανέρχονται σε, σύνολο, έρχονται, αθροίζει, προσθέσετε έως, αυξηθεί να, επιτευχθεί, αρκεί.
  • επέκταση, απλώσουμε, μακρύνει, ξεδιπλώνονται, άναρχη, ξεδιαλύνω, διαστέλλονται.
  • επίτευξη, ολοκληρώσει, φθάσουν, ολοκλήρωση, εξασφαλίζει, αποκτούν, κερδίσει, αποκτήσετε, πάρει, επίδραση, προμηθεύονται, ἰδέα, σκοράρει, κάνει.
  • παρουσιάσει, παραδώσει, να περάσει, μεταφέρω, καθιστούν, να αποστείλουν, να μεταδίδουν, μεταφορά.
επίτευξη Συνώνυμο συνδέσεις: έκταση, σκούπισμα, τέντωμα, όριο, απόσταση, επίτευγμα, εσόδων, επιτυχία, εκπλήρωση, δεξιοτήτων, γνώση, τεχνική, ζωής, τέντωμα, απόσταση, βαθμό, σκούπισμα, όριο, εύρος, πυξίδα, φάσμα, ικανότητα, κατανόηση, γνώση, ἰδέα, επιτευχθεί, σύνολο, έρχονται, επιτευχθεί, αρκεί, επέκταση, ξεδιπλώνονται, διαστέλλονται, επίτευξη, ολοκληρώσει, προμηθεύονται, ἰδέα, παραδώσει, μεταφέρω, καθιστούν, μεταφορά,

επίτευξη Αντώνυμα