εν υπνώσει Συνώνυμα


Εν Υπνώσει Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • ανύπαρκτο, φύγει, εκτός λειτουργίας, νεκρούς, από την επιτροπή, εκλείψας, ξεπερασμένο, τελειωμένο, γίνεται με, απορρίπτονται, καπούτ.
εν υπνώσει Συνώνυμο συνδέσεις: φύγει, εκτός λειτουργίας,

εν υπνώσει Αντώνυμα