ελάχιστο μόριο Συνώνυμα


Ελάχιστο Μόριο Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • ιώτα, mote, κόκκος, bit, άκαρι, θραύσματα, κομματάκι, κόκκο, σωματιδίων, γιώτα, παύλα, γουίτ, πτώση, σιτάρι, άτομο.
ελάχιστο μόριο Συνώνυμο συνδέσεις: ιώτα, mote, κόκκος, bit, άκαρι, θραύσματα, κομματάκι, κόκκο, γιώτα, παύλα, γουίτ, πτώση, άτομο,

ελάχιστο μόριο Αντώνυμα