εισπνεύστε Συνώνυμα


Εισπνεύστε Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • αναπνέουν, εμπνεύσει, inbreathe, λαχανιάζουν, όσφρηση, συνάχι, ταμπάκο, ηχηρά αναπνοή.
εισπνεύστε Συνώνυμο συνδέσεις: αναπνέουν, εμπνεύσει, όσφρηση, συνάχι, ταμπάκο,

εισπνεύστε Αντώνυμα