είδε Συνώνυμα


Είδε Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • παροιμία, λέγοντας, απόφθεγμα, γνωμικό, αξίωμα, αφορισμός, ρήση, συνώνυμο, κοινοτοπία, αυταπόδεικτη αλήθεια, όσον αφορά το μεθυλοβρωμίδιο.
είδε Συνώνυμο συνδέσεις: παροιμία, λέγοντας, απόφθεγμα, γνωμικό, αξίωμα, αφορισμός, ρήση, συνώνυμο, κοινοτοπία, αυταπόδεικτη αλήθεια,