διαφυγής Συνώνυμα


Διαφυγής Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • πτήση, απόδραση, διάλειμμα, έξοδος, λύτρωση, διάσωσης, φοροδιαφυγής, φοροαποφυγής.

Διαφυγής Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • διαρροή, διαρρεύσει, στάζουν, να εκδώσει, προέρχονται, ρεύμα, να προκύψει, να ρέει, αποπνέουν.
  • διαφυγή από, αποφύγετε, διαφεύγουν, dodge, αποφεύγω, αποτροπή, φούστα, παράκαμψη.
  • φυγή, τρέχει, πετούν, φεύγω εσπευσμένα, σαφές, σκάω, φυγοδικίας, παραλείψτε.
διαφυγής Συνώνυμο συνδέσεις: απόδραση, διάλειμμα, έξοδος, λύτρωση, διάσωσης, διαρροή, διαρρεύσει, προέρχονται, ρεύμα, αποπνέουν, διαφυγή από, αποφύγετε, dodge, αποτροπή, φούστα, παράκαμψη, φεύγω εσπευσμένα,