βρώμικος Συνώνυμα


Βρώμικος Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • shabby, ελεεινός, ragged, ξεφτισμένος, σκώρος-τρώγεται, κρυφοί, ερειπωμένο, ψωριάρης, ξεθωριασμένα, φοριέται, σημαίνει, κακή, άθλια, άθλιες.
βρώμικος Συνώνυμο συνδέσεις: shabby, κρυφοί, ερειπωμένο, ψωριάρης, σημαίνει, άθλια, άθλιες,

βρώμικος Αντώνυμα