άμορφο Συνώνυμα


Άμορφο Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • cloddy, πηχτή, βαρύς, caked, κοκκώδη, πήξη, πηγμένο, clabbered, παχύ, πεπλατυσμένος, οζώδης, κόμπους.
άμορφο Συνώνυμο συνδέσεις: βαρύς, κοκκώδη, πεπλατυσμένος, οζώδης, κόμπους,

άμορφο Αντώνυμα