Χοντρόπετσος Συνώνυμα


Χοντρόπετσος Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • αναίσθητος, ανάλγητη, απαθής, θαμπό, αμβλεία, αδιάφορη, αδιαπέραστη, πυκνό, thickheaded, ηλίθιο, σκληρύνει.
Χοντρόπετσος Συνώνυμο συνδέσεις: αναίσθητος, ανάλγητη, απαθής, θαμπό, αμβλεία, αδιάφορη, πυκνό, thickheaded, ηλίθιο, σκληρύνει,

Χοντρόπετσος Αντώνυμα