παράτολμος Αντώνυμα


Παράτολμος Αντώνυμα Επίθετο μορφή

  • ασφαλής, σίγουρος, ορισμένες, ασφαλή, εγγυημένο.
  • δειλά, τεμπέλης, άσκοπος.

παράτολμος Συνώνυμα