ανεπάρκεια Αντώνυμα


Ανεπάρκεια Αντώνυμα Επίθετο μορφή

  • αρκετά, επαρκή, άφθονη, πλούσια, πλούσιο.
  • ολόκληρη, την εργασιακή, τακτική, τυπική, κανονική.

Ανεπάρκεια Αντώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • υπέρβαση, πλεόνασμα, υπερχείλιση, υπερπροσφορά, glut, πληθώρα.

ανεπάρκεια Συνώνυμα